- ημερίδα
- η (Μ ἡμερίς, -ίδος) [ημέρα]νεοελλ.1. πολιτιστική και κυρίως αθλητική εκδήλωση διάρκειας μιας ημέρας2. γιορτή που δίνεται το απόγευμαμσν.(ως επίρρ.) κατά τη διάρκεια τής ημέρας.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἡμερίδα — ἡμερίδᾱ , ἡμερίδης mild masc nom/voc/acc dual ἡμερίδης mild masc voc sg ἡμερίδᾱ , ἡμερίδης mild masc gen sg (doric aeolic) ἡμερίδης mild masc nom sg (epic) ἡμερίς the cultivated vine fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ημερίδα — η ψυχαγωγική συγκέντρωση ή αθλητική συνάντηση: Ημερίδα στίβου … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἡμερίδας — ἡμερίδᾱς , ἡμερίδης mild masc acc pl ἡμερίδᾱς , ἡμερίδης mild masc nom sg (epic doric aeolic) ἡμερίς the cultivated vine fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Cypriot records in athletics — The following are the national records in athletics in Cyprus maintained by its national athletics federation: The Amateur Athletic Association of Cyprus (Greek: Κυπριακή Ομοσπονδία Ερασιτεχνικού Αθλητισμού Στίβου) (ΚΟΕΑΣ). Contents 1 Outdoor 1.1 … Wikipedia
Спанудакис, Стаматис — Стаматис Спанудакис Имя при рождении греч. Σταμάτης Σπανουδάκης Дата рождения 11 декабря 1948(1948 12 1 … Википедия
ROBUR — I. ROBUR Ammian munimentum in suburbio Basileae: Rotthauss, Simlero. Sic autem castrum vocatum est a Valentiniano Aug. contra Alamannos, aedificatum. Quod in loco fuisse Urbis Basileae, ubi nunc summum Templum, contendit Chr. Urstisius in Epit.… … Hofmann J. Lexicon universale
μονομερίδα — η μικρό δηλητηριώδες φίδι, τού οποίου το δάγκωμα είναι θανατηφόρο, δηλαδή το φίδι μιας μέρας, που η δραστικότητα τού δηλητηρίου του δεν έχει αμβλυνθεί από την επίδραση τών ηλιακών ακτίνων («οχιά και μονομερίδα να σέ φάει»). [ΕΤΥΜΟΛ. < μον… … Dictionary of Greek